σχολείο

σχολείο
Δημόσιο ή ιδιωτικό ίδρυμα για τη μόρφωση και την εκπαίδευση των νέων. Η ανάγκη να μεταδοθούν στις νέες γενιές οι γνώσεις και οι τεχνικές μέθοδοι που έχουν αποχτηθεί παρουσιάζεται και στους παλιότερους πολιτισμούς και σε όλους τους πρωτόγονους λαούς. Το έργο αυτό, που γενικά το αναθέτανε στους γονείς και στους γεροντότερους της φυλής, πήρε, με την πρόοδο του πολιτισμού, όλο και συνθετότερες όψεις, ώστε να γίνει αισθητή η ανάγκη κάποιας οργάνωσης. Σε μια πρώτη εποχή, θρησκευτικά ενδιαφέροντα προκαλούν τη δημιουργία ιερατικών σχολών (π.χ. στην αρχαία Αίγυπτο) ή πρακτικές ανάγκες οδηγούν στη μεταβίβαση των διδαγμάτων μιας συγκεκριμένης τέχνης (π.χ. στους Φοίνικες): το σ., με άλλα λόγια, εκτελεί μια οργανική αποστολή που περιορίζεται σε πολύ στενό κύκλο «εκλεκτών». Και αυτό είναι το χαρακτηριστικό των σχολικών ιδρυμάτων όλων των κλασικών πολιτισμών, τόσο των μεσογειακών όσο και των ανατολικών. Στην Ινδία, π.χ., μόνο οι ιερωμένοι, δηλαδή οι μέλλοντες βραχμάνοι, είχαν το δικαίωμα να πάρουν ανώτερη μόρφωση, που αργότερα τη μεταβίβαζαν στα βραχμανικά σ. από δάσκαλο σε μαθητή, από μυημένο σε μαθητευόμενο. Εκτός από τη γνώση της σανσκριτικής και των ιερών βιβλίων, στα σ. αυτά διδάσκονταν και γνώσεις ιατρικής, αστρονομίας και μαθηματικών, γνώσεις που, αργότερα, από την Ινδία μεταδόθηκαν στον αραβικό κόσμο. Στην Περσία, η εκπαίδευση των παιδιών από ηλικία επτά ετών και πάνω είχε αναληφθεί από το κράτος, που τα συγκέντρωνε σε ειδικά κτίρια με την επίβλεψη παιδαγωγών. Και στην Κίνα επίσης σε ηλικία δέκα ετών το παιδί έμπαινε σ’ ένα αρκετά πολύπλοκο σχολικό σύστημα, με εξετάσεις που γίνονταν στις πρωτεύουσες νομών και επαρχιών· οι τελευταίες εξετάσεις επέτρεπαν την είσοδο στην ανώτερη ακαδημία του Πεκίνου. Η σταδιοδρομία των μανδαρίνων, δηλαδή των λόγιων, ήταν επομένως μακρόχρονη και βασιζόταν πάνω σε στατικές και τυπικές εκπαιδευτικές μορφές. Από τους αρχαίους πολιτισμούς της Μεσογείου πρέπει να αναφερθεί ο εβραϊκός, που έδινε ιδιαίτερη σημασία στην εκπαίδευση των νέων· το 64 μ.Χ. είχε ήδη επικρατήσει η ιδέα της ανάγκης της σχολικής εκπαίδευσης όλων των παιδιών και είχαν δημιουργηθεί σ. σε όλες τις πόλεις, για τα οποία το Ταλμούδ καθόριζε ακριβείς κανόνες. Οι αρχαίοι Έλληνες όμως ήταν εκείνοι που έθεσαν το σχολικό πρόβλημα με τη νεώτερη έννοια και η Αθήνα ήταν, από την άποψη αυτή, το πρότυπο που ακολούθησε η δυτική Ευρώπη για πολλούς αιώνες. Το γυμνάσιο ήταν ανοιχτό για όλα τα παιδιά των ελεύθερων πολιτών. Ήταν ίδρυμα κρατικό και δημόσιο, με την επίβλεψη ενός άρχοντα που λεγόταν γυμνασίαρχος. Γεννημένο από την ανάγκη να προγυμνάζονται οι νέοι για τους πανελλήνιους αγώνες, ήδη από τον 5o π.Χ. αι., εκτός από τις αθλητικές ασκήσεις, το γυμνάσιο οργάνωνε θεατρικές παραστάσεις και ομιλίες με μορφωτικό χαρακτήρα. Η φήμη που απόχτησαν τα γυμνάσια της ακαδημίας και του λυκείου στην ιστορία της φιλοσοφίας μαρτυρεί το ρόλο που έπαιζαν ως κέντρα έρευνας και συζήτησης. Πλάι στα ιδρύματα αυτά εμφανίστηκαν και αναπτύχθηκαν ειδικά σ. ελεγχόμενα από την πόλη, όπου ο γραμματικός δίδασκε γραφή, ανάγνωση και αριθμητική, ο κιθαρωδός έδινε στους νέους τις βάσεις για τη μουσική και την ποίηση, ο παιδοτρίβης ασχολούνταν με τη φυσική αγωγή. Στην ελληνιστική εποχή βλέπουμε μια προσπάθεια να οργανωθεί η επιστημονική παιδεία με τη δημιουργία του περίφημου Μουσείου της Αλεξάνδρειας, που διέθετε βιβλιοθήκη με 700 000 τόμους, αστεροσκοπείο, βοτανικό κήπο κλπ.· μια ανώτερη σχολή λειτούργησε στη Σάμο και αργότερα λόγιοι και επιστήμονες μετανάστευσαν στη Ρώμη. Στη Ρώμη, η εκπαίδευση των νέων γινόταν μέσα στην οικογένεια ως την ηλικία των δέκα έξι ετών, αλλά, με την επιβολή της αυτοκρατορικής εξουσίας, πλάι στους δασκάλους και στα ιδιωτικά σ. εμφανίστηκαν τα σ. που επιχορηγούσαν οι δήμοι. Στη σχολική οργάνωση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας μπορούμε να διακρίνουμε τρεις βαθμούς: το ludus για τα μικρότερα παιδιά που διεύθυνε ένας ludi - magister που δίδασκε με τη μνημονική μέθοδο γραφή, ανάγνωση και αριθμητική, τη schola, όπου ο «γραμματικός» (grammaticus) δίδασκε ελληνικά, λατινικά και φιλοσοφία, και τη σχολή ρητορικής, όπου ο «ρήτωρ» (rhetor) δίδασκε ρητορική, δίκαιο, ιστορία και φιλοσοφία. Οι αυτοκράτορες ασκούσαν συχνά πίεση πάνω στους δήμους για να πληρώνουν τους δασκάλους και πολλές φορές επενέβησαν στην εκλογή τους, π.χ., για την απομάκρυνση των χριστιανών εκπαιδευτικών (Ιουλιανός ο Αποστάτης). Στα χρόνια εξάλλου του Αδριανού και του Μάρκου Αυρήλιου παρουσιάστηκαν πραγματικά πανεπιστήμια (το «Αθήναιον» της Ρώμης ιδρύθηκε από τον Αδριανό μεταξύ 133 και 136 μ.Χ.) και έχουμε πληροφορίες για διαγωνισμούς για τις καθηγητικές έδρες (probationes) που κατάργησε ο Αντωνίνος Πίος. Μετά την πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας τα κοινοτικά σ. αντιμετώπισαν κρίση και τα νέα εκπαιδευτικά κέντρα ήταν τα μοναστήρια, όπου διδάσκονταν όχι μόνο αυτοί που επρόκειτο να γίνουν καλόγηροι, αλλά και «εξωτερικοί». Περίφημα κατά την περίοδο αυτή ήταν τα σ. που δημιουργήθηκαν κοντά στα μοναστήρια του Μοντεκασΐνο της Ιταλίας, του Άγιου Γάλλου στην Ελβετία, της Φούλντα και του Χιρσαχάου στη Γερμανία, του Άγιου Βίκτωρα στο Κλυνύ της Γαλλίας, του Καντέρμπερυ στην Αγγλία, του Άρμαγκ στην Ιρλανδία. Εκεί γράφτηκαν και οι πρώτες μελέτες πάνω στο παιδαγωγικό θέμα (Καπέλα, Ισίδωρος της Σεβίλλης, Μπέντα). Γρήγορα η ανάγκη της μόρφωσης του κατώτερου κλήρου ώθησε την Εκκλησία να οργανώσει τα επισκοπικά σ., όπου οι πλούσιοι υποχρεώνονταν να πληρώνουν τους δασκάλους, ενώ τα φτωχότερα παιδιά μπορούσαν να σπουδάζουν δωρεάν. Στις πόλεις δημιουργήθηκαν σχολικές τάξεις από κληρικούς που είχαν «άδεια» διδασκαλίας. Το 12o και 13o αι. τα εκκλησιαστικά τάγματα των κιστερκιανών και κατόπιν των φραγκισκανών και των δομινικανών άνοιξαν σ. γραμματικής, που προετοίμαζαν τους νέους για ανώτερες σπουδές. Και απ’ αυτά άρχισε στο Μεσαίωνα η αναδιοργάνωση του σχολικού συστήματος. Το 1200 άνοιξαν τα πανεπιστήμια* του Παρισιού, της Οξφόρδης, του Καίμπριτζ, της Πάντοβας, της Μπολόνιας, του Μονπελιέ, της Κόιμπρας: μορφωτικά κέντρα γεμάτα ζωτικότητα, όπου γρήγορα έγινε αισθητή η επίδραση του αραβικού πολιτισμού και όπου ρίχτηκαν οι σπόροι για τις μεγάλες θεολογικές συζητήσεις. Η βασική εκπαίδευση εξακολούθησε να έχει εκκλησιαστικό χαρακτήρα ακόμα και μετά την καρολίγγεια μεταρρύθμιση που στην παλατινή σχολή που ίδρυσε ο Αλκουίνος (9ος αι.) είχε δημιουργήσει ένα πρότυπο για όλα τα μεταγενέστερο; σ., χωρίζοντας την εκπαίδευση σε τρεις βαθμούς (ενοριακά σ. για τη διδασκαλία γραφής, ανάγνωσης και αριθμητικής, σ. των επτά ελευθέριων επαγγελμάτων και ανώτερες σχολές). Μόνο όταν η ανερχόμενη αστική τάξη θα σκεφτεί να δώσει στα παιδιά της περισσότερο συγχρονισμένη και περισσότερο πρακτική μόρφωση, θα αρχίσουν οι προσπάθειες σχολικής οργάνωσης, που την εμπιστεύονται στους λαϊκούς, ή με την ίδρυση των κοινοτικών σχολείων ή με τα σχολεία του τύπου οικογενειακού οικοτροφείου (Γκουαρίνο Βερονέζε, Βιτορίνο ντα Φέλτρε), που αποτελούν τους πρώτους πειραματισμούς ανθρωπιστικής παιδείας και που ταυτόχρονα έχουν κοινωνικούς και πρακτικούς σκοπούς. Στον εκπαιδευτικό χώρο, Αναγέννηση και Μεταρρύθμιση έχουν τεράστια σημασία στο θεωρητικό τομέα (Πίκο ντελ α Μιράντολα, Μελάγχθων και κατόπιν Κομένιος), αλλά η επίδραση των σοφών αυτών πάνω στους δεσμούς δεν ήταν άμεση, κι έτσι το κήρυγμα του Λούθηρου για άμεση γνώση των ιερών κείμενων δεν οδήγησε σε μεγαλύτερη διάδοση των σ. Αντίθετα, οι ιησουίτες θα συλλάβουν τη σημασία της συγχώνευσης των νέων τάσεων με την παράδοση και θα μονοπωλήσουν για πολλά χρόνια τη μόρφωση των παιδιών της πλούσιας αστικής τάξης και της αριστοκρατίας. Τα κολεγιά τους διαδόθηκαν γρήγορα σε όλο τον κόσμο: ήδη το 1650 ήταν πάνω από 372 και μερικά απ’ αυτά συγκέντρωναν πάνω από χίλιους μαθητές. Αργότερα τα πρωτεία των ιησουιτών στο εκπαιδευτικό πεδίο αμφισβήτησαν οι ορατοριανοί και οι ιανσενιστές με το ενδιαφέρον πείραμα των Μικρών Σχολείων του Πορ Ρουαγιάλ. Τα φιλανθρωπικά όμως σ., που ιδρύθηκαν στις ενορίες και χρηματοδοτούνταν από τις κοινότητες ή οργανώνονταν από κάποιο φιλάνθρωπο, έμειναν ως τα τέλη του 18ου αι. τα μοναδικά ιδρύματα, που προορίζονταν για τη λαϊκή εκπαίδευση. Αυτά κατά κανόνα τα ανάθεταν σε κακοπληρωμένους και συχνά ελάχιστα μορφωμένους δασκάλους και στεγάζονταν σε οικήματα, που οπωσδήποτε ήταν ανεπαρκή τόσο αριθμητικά όσο και ποιητικά. Τα εκκλησιαστικά τάγματα, που αναφέραμε πιο πάνω, συγκέντρωναν σχεδόν μόνο τα παιδιά των πλούσιων· εξαίρεση ίσως αποτελούσαν οι Αδελφοί των Χριστιανικών Σχολείων, που δημιούργησε ο Βαπτιστής Ντε Λα Σαλ, και που ασχολούνταν με την εκπαίδευση δασκάλων για τα χωριά (σεμινάριο της Ρενς), και οργάνωσαν σ. για τα παιδιά των χωρικών. Ανάλογο πείραμα έγινε στη Γερμανία από τον οπαδό του πιετισμού Φράνκε, ενώ στην Αγγλία τα μόνα λαϊκά σ. εξακολουθούν να παραμένουν τα ενοριακά. Στο πεδίο της ανώτερης παιδείας, πλάι στα πανεπιστήμια, εμφανίστηκαν το 17o αι. οι επιστημονικές ακαδημίες (στη Ρώμη των Λυγκέων, στην Αγγλία η Βασιλική Εταιρεία, στο Παρίσι η Ακαδημία των Επιστημών), νέα κέντρα πνευματικής ζωής και επιστημονικής έρευνας. Στον αιώνα αυτόν τέθηκε επίσης το ζήτημα της εκπαίδευσης των κοριτσιών, τα οποία ως τότε αποκλείονταν από τα σ.: ο Φενελόν διεύθυνε το μοναστήρι των Nouvelles Catho-liques και η Μαντάμ ντε Μαιντενόν τη Maison de Saint Cyr. Έτσι, στα τέλη του 18ου αι., είχε επικρατήσει η γνώμη ότι η βασική εκπαίδευση έπρεπε να προσφέρεται σε όλα τα παιδιά ανεξάρτητα από το φύλο και την κοινωνική τους θέση. Μολονότι, όμως η αρχή της υποχρεωτικής φοίτησης είχε διατυπωθεί από το Μουλκάστερ ήδη από το 1582 μόνο με τη Γαλλική Επανάσταση μπήκε για πρώτη φορά στη νομοθεσία ενός κράτους: η επαναστατική Συμβατική Συνέλευση της 19ης Δεκεμβρίου 1793 κήρυξε τη στοιχειώδη εκπαίδευση υποχρεωτική και δωρεάν και το διάταγμα της 25ης Φεβρουαρίου 1795 καθόρισε στη Γαλλία τον αριθμό των κεντρικών σ. σε αναλογία ενός ανά 300 000 κάτοικους. Την ίδια εποχή στην Πρωσία το ενδιαφέρον του κράτους και η προπαγάνδα των φιλάνθρωπων οδήγησαν στη δημοσίευση του Allgemeine Landrecht (1794), του βασικού κώδικα της πρωσικής νομοθεσίας, στον οποίο τα σ. και τα πανεπιστήμια χαρακτηρίζονταν κρατικά ιδρύματα. Τα κράτη άρχισαν λοιπόν να ασχολούνται με το σχολικό πρόβλημα και το 19o αι. γίνονται η ναπολεόντεια μεταρρύθμιση της μέσης παιδείας, οι νόμοι για την υποχρεωτική στοιχειώδη εκπαίδευση, η αναδιοργάνωση των κοινοτικών σ., η υπαγωγή, σε πολλές χώρες, της εκπαίδευσης όλων των βαθμών με κρατικό έλεγχο. Η ανάγκη επιβολής έλεγχου στη σχολική οργάνωση από την πολιτική εξουσία προήλθε εξάλλου από τις νέες απαιτήσεις που δημιούργησε η βιομηχανική επανάσταση, απαιτήσεις που καθορίστηκαν από την ανάγκη να διευρυνθούν οι βάσεις της εκπαίδευσης για την κατάρτιση ειδικευμένων εργατών και ταυτόχρονα από το αίτημα της εξασφάλισης προστασίας των παιδιών των γυναικών που εργάζονταν στη βιομηχανία. Εδώ έχουν την αρχή τους ο σημαντικός ρόλος των αλληλοδιδακτικών σ. (*Μπελ), που έδιναν μια λύση ανάγκης στο πρόβλημα της με ταχύ ρυθμό αύξησης του σχολικού πληθυσμού, η οργάνωση και η διάδοση του λαϊκού σ. και το πλήθος των πρωτοβουλιών για τη δημιουργία παιδικών άσυλων που χαρακτηρίζει το 19o αιώνα. Η μεταβίβαση της σχολικής οργάνωσης από τον έλεγχο της Εκκλησίας στον έλεγχο των κρατικών αρχών οδήγησε σε ριζοσπαστικές μεταβολές τόσο στα εκπαιδευτικά ιδεώδη, όσο και στις μεθόδους διδασκαλίας. Δίκαια ο 19ος αι. ονομάστηκε «αιώνας του παιδιού», γιατί ήταν μεγάλη την εποχή εκείνη η άνθηση των πρωτοβουλιών και των θεωρητικών και πρακτικών πειραματισμών στον παιδαγωγικό τομέα (*παιδαγωγική). Ο διοικητικός έλεγχος γινόταν ή με εξαιρετικά συγκεντρωτικά συστήματα (Γαλλία, Πρωσία, Ιταλία) ή με την ανάθεση του στις τοπικές αρχές ή ακόμα και σε ιδιώτες (Μεγάλη Βρετανία, Η.Π.Α.), αλλά πάντα πρόκειται πια για ένα σ. που τείνει στην επέκταση των βάσεων της παιδείας, ώστε να δημιουργηθούν πολίτες, που να έχουν συνείδηση των δικαιωμάτων τους και των καθηκόντων τους με ίσες δυνατότητες στο πεδίο της μόρφωσης και του επαγγελματικού καταρτισμού - για ένα σ. που δε θεωρείται πια προνόμιο, αλλά δικαίωμα. Σήμερα οι νομοθεσίες πολλών κρατών καθορίζουν την υποχρεωτική φοίτηση ως το 14o έτος της ηλικίας ή και πιο πάνω (στην Ελλάδα το 15o έτος). Αυτό και σε συνδυασμό με διεθνείς συμβάσεις για την εργασία των ανήλικων μεταξύ των οποίων πρέπει v’ αναφερθεί η περίφημη διακήρυξη των δικαιωμάτων του παιδιού που ψήφισε η E’ Συνέλευση της Κοινωνίας των Εθνών το 1924. Η αύξηση των ετών υποχρεωτικής φοίτησης μετατόπισε τελευταία το ενδιαφέρον από τη στοιχειώδη ή βασική εκπαίδευση στη μέση, που μεταμορφώθηκε από ανθρωπιστική και εκλεκτική σε σ. για όλους, με συγχρονισμένες κατευθύνσεις, όπου καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος οι τεχνικό - πρακτικές και επιστημονικές διδασκαλίες (*παιδεία). Ο 20ός αι. είναι ο αιώνας των σχολικών μεταρρυθμίσεων, που εμπνέονται από τα μεγάλα παιδαγωγικά κινήματα του περασμένου αιώνα, τη διάδοση των δημοκρατικών ιδεών και την τεράστια ανάπτυξη της τεχνολογίας, που απαιτεί όλο και ευρύτερη βασική μόρφωση. Πρέπει v’ αναφερθούν, μεταξύ άλλων, η επαναστατική «Διακήρυξη για το ενιαίο σχολείο εργασίας» που το 1918 καθιέρωνε στη Σοβιετική Ένωση το δεκαετές, υποχρεωτικό, λαϊκό, μεικτό για αγόρια και κορίτσια ενιαίο σ., που μεταρρυθμίστηκε αργότερα το 1958, και η αγγλική «Education Act» του 1944, την οποία ψήφισε η εργατική κυβέρνηση και με την οποία επιβλήθηκε η υποχρεωτική, με πλήρες ωράριο, φοίτηση, ως τη συμπλήρωση του δέκατου έκτου έτους της ηλικίας του νέου. Το σ., εξάλλου, νοείται τώρα ως κοινωνική υπηρεσία και σ’ αυτό πραγματικά αναθέτουμε όχι μόνο καθήκοντα εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης, αλλά ολοένα και κατακτά έδαφος η αντίληψη του ολοκληρωμένου σ., δηλαδή ενός θεσμού που να ικανοποιεί όλες τις απαιτήσεις των νέων, οργανώνοντας τον ελεύθερο χρόνο τους, εξασφαλίζοντας σε όλους τη δωρεάν φοίτηση, την ιατρική περίθαλψη, το φαγητό και την εξωσχολική ζωή, τα μεταφορικά μέσα και τη δωρεάν προσφορά των βιβλίων. Μαθητές δημοτικού σχολείου στο Ζεφύρι (φωτ. ΑΠΕ). Η ιχνογραφία είναι απαραίτητο μάθημα στα σύγχρονα νηπιαγωγεία. Η ιχνογραφία είναι απαραίτητο μάθημα στα σύγχρονα νηπιαγωγεία. Ακόμα και σήμερα οι μαθητές στην Κίνα διδάσκονται αριθμητική με τη βοήθεια του άβακα (φωτ. 1995). Τραπεζαρία σχολικού οικοτροφείου. Στην αρχαία Κίνα, όπως και σε άλλες περιοχές της Ανατολής, η εκπαίδευση περιοριζόταν στις προνομιούχες τάξεις. «Λόγιοι του Λιον Λι Τ’ανγκ», τμήμα από ένα πίνακα σε μετάξι που αποδίνεται στον Τσου Ονέν - Τσυ, που έζησε κατά το 10o αι. (Λονδίνο, Percival David Foundation of Chinese Art). Κατά το 17o αι. το λαϊκό σχολείο ήταν κυρίως φιλανθρωπικό ίδρυμα, με δασκάλους που δεν είχαν την αναγκαία προπαρασκευή και οι μέθοδοι τους για την επιβολή της πειθαρχίας στηρίζονταν στις σωματικές τιμωρίες. Εδώ, ο πίνακας του Ισαάκ Βαν Όσταντε (17ος αι.) «Το σχολείο». Ιερωμένοι δίδασκαν το Μεσαίωνα σε σχολές. Μικρογραφία σε κώδικα της Βιβλιοθήκης της Βιέννης. Ανάγλυφο που εικονίζει σχολείο στην αρχαία Ρώμη (Ρώμη, Μουσείο ρωμαϊκού πολιτισμού). Μαθητές παίζουν στο προαύλιο του σχολείου τους (φωτ. ΑΠΕ).
* * *
το / σχολεῑον, ΝΜΑ, και σχολειό και σκολειό Ν
ο τόπος όπου γίνεται διδασκαλία, διδασκαλείο, εκπαιδευτήριο («στην εκκλησιά που παίρνει κάθε βράδυ την όψη τού σχολειού», Πολέμ.)
νεοελλ.
1. κάθε ίδρυμα, δημόσιο ή ιδιωτικό, στο οποίο παρέχεται η πρωτοβάθμια ή η δευτεροβάθμια εκπαίδευση, καθώς και η εξειδικευμένη επαγγελματική ή η τριτοβάθμια εκπαίδευση («σχολεία επαγγελματικής εκπαίδευσης»)
2. (κατ' επέκτ.) το κτήριο όπου στεγάζεται το παραπάνω ίδρυμα («έβαψαν το σχολείο»)
3. μτφ. κάθε χώρος στον οποίο συντελείται η πνευματική καλλιέργεια αλλά και η γενικότερη παιδεία ενός ατόμου («αυτή η δουλειά ήταν ένα αληθινό σχολείο»)
4. φρ. α) «έβγαλα το σχολείο» — αποφοίτησα
β) «ελληνικό σχολείο» — το σχολαρχείο
γ) «δημοτικό σχολείο» σχολείο πρωτοβάθμιας στοιχειώδους εκπαίδευσης»
δ) «σχολεία μέσης εκπαίδευσης» — τα γυμνάσια, τα λύκεια, γενικά αλλά και τεχνικά, επαγγελματικά, καθώς και οι ισότιμες επαγγελματικές σχολές
ε) «σχολεία ανώτατης εκπαίδευσης» — το πανεπιστήμιο και ισότιμα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης
στ) «σχολείο εργασίας» — σχολεία στα οποία, ως μέθοδος ανάπτυξης τής διανοητικής ικανότητας τών παιδιών, χρησιμοποιείται ο συνδυασμός τής πνευματικής με την χειρωνακτική εργασία τους
ζ) «κατηχητικό σχολείο» — είδος εκκλησιαστικού σχολείου στο οποίο κατηχούνται νεαρά άτομα στα δόγματα και στις ηθικές αρχές τού χριστιανισμού
η) «μονοτάξια σχολεία» — σχολεία τών οποίων οι μαθητές όλων τών τάξεων τού δημοτικού σχολείου διδάσκονται από τον ίδιο δάσκαλο και στην ίδια αίθουσα
θ) «πρακτικά σχολεία»
(παλαιότερα) σχολεία που είχαν ως σκοπό την πρακτική μόρφωση τών παιδιών
ι) «πειραματικό σχολείο» — σχολείο στο οποίο ενεργείται πειραματισμός, δηλ. δοκιμαστική εφαρμογή νέων παιδαγωγικών θεωριών, καινούργιων ή και πρωτοποριακών εκπαιδευτικών αντιλήψεων και παιδονομικών μεθόδων αναφορικά με το αναλυτικό πρόγραμμα, το ωρολόγιο πρόγραμμα, τις διδακτικές μεθόδους
ια) «κρυφό σχολειό»
(κατά την περίοδο τής τουρκοκρατίας) η παιδεία η οποία παρεχόταν σε σχολεία που λειτουργούσαν μυστικά και στα οποία η διδασκαλία γινόταν από μοναχούς και άλλους κληρικούς σε μοναστήρια ή σε νάρθηκες εκκλησιών
ιβ) «ειδικά σχολεία» — σχολεία για παιδιά με ειδικές ανάγκες, δηλαδή παιδιά που παρεκλίνουν κοινωνικά, σωματικά ή διανοητικά από τον μέσο όρο, όπου παρέχεται ειδική εκπαίδευση με αναπροσαρμογές τού κανονικού προγράμματος διδασκαλίας, για να μπορέσουν τα παιδιά αυτά να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες τους
ιγ) «στρατιωτικά σχολεία» — σχολεία ή σχολές για την εκπαίδευση νέων που προορίζονται να καταλάβουν θέσεις βαθμοφόρων στον στρατό
αρχ.
1. νεκροταφείο, κοιμητήριο
2. αναπαυτήριο, ησυχαστήριο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σχολή + επίθημα -εῖο(ν) (πρβλ. δημαρχ-είο[ν]). Η λ. ακολούθησε τη σημασιολογική εξέλιξη τών σχολή / σχολάζω. Από αρχική σημ. «κοιμητήριο, αναπαυτήριο, ησυχαστήριο» χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει τον τόπο όπου περνά κανείς εποικοδομητικά τον καιρό του, το εκπαιδευτήριο (βλ. και λ. σχολή)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • σχολείο — σχολείο, το και σκολειό, το χώρος όπου γίνεται διδασκαλία κάποιου πράγματος: Διδάσκει σε σχολείο μέσης εκπαίδευσης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σχολειό — Δημόσιο ή ιδιωτικό ίδρυμα για τη μόρφωση και την εκπαίδευση των νέων. Η ανάγκη να μεταδοθούν στις νέες γενιές οι γνώσεις και οι τεχνικές μέθοδοι που έχουν αποχτηθεί παρουσιάζεται και στους παλιότερους πολιτισμούς και σε όλους τους πρωτόγονους… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Εκπαίδευση — Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Είναι οι λόγιοι της προεπαναστατικής περιόδου (β΄ μισό 18ου αιώνα μέχρι την κήρυξη της επανάστασης) οι οποίοι, προσβλέποντας στην πνευματική αναγέννηση του Γένους, που θα έφερνε και την… …   Dictionary of Greek

  • Κομένιους, Γιαν Αμός — (Jan Amos Comenius, Νίβνιτσε, Μοραβία 1592 – Άμστερνταμ 1670). Εκλατινισμένος τύπος του ονόματος του Μοραβού παιδαγωγού Γ.Ά. Κομένσκι (Komensky). Σπούδασε στα σχολεία του Πρέροφ και στην Ακαδημία Χέρμπορν στο Νασάου, όπου δέχτηκε την επίδραση του …   Dictionary of Greek

  • Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο — (ΕΜΠ). Ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, στο οποίο διδάσκονται θετικές και πρακτικές επιστήμες καθώς και καλές τέχνες (η Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών είναι ανεξάρτητο ίδρυμα). Αποτελεί οργανισμό δημοσίου δικαίου και υπάγεται στην άμεση εποπτεία του… …   Dictionary of Greek

  • Πήλιο — I Βουνό της ανατολικής Θεσσαλίας, που αρχίζει από το ακρωτήριο Δερματά και με νοτιοανατολική διεύθυνση απολήγει στο ακρωτήριο Τραχήλι, στον Παγασητικό κόλπο, σχηματίζοντας τη χερσόνησο της Μαγνησίας. Ψηλότερη κορυφή του είναι το Πλιασίδι (1.551 μ …   Dictionary of Greek

  • Krifo scholio — In Greek history, the term Krifó scholió (Greek κρυφό σχολειό or κρυφό σχολείο , lit. Secret school ) refers to allegedly illegal underground schools for teaching the Greek language and Christian doctrines, provided by the Greek Orthodox Church… …   Wikipedia

  • αγωγή — I Η εξελικτική διαμόρφωση της προσωπικότητας του ανθρώπου, μέσω της επίδρασης που ασκεί το φυσικό και κυρίως κοινωνικό περιβάλλον πάνω στις βιολογικές καταβολές του ατόμου. Συνεπώς, η α., όσο και η ίδια η ζωή του ανθρώπου, υπογραμμίζει την… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Τοσίτσας — Επώνυμο εθνικών ευεργετών από το Μέτσοβο της Ηπείρου. Αναφέρονται και με το επώνυμο Τοσίτζας. 1. Μιχαήλ (1787 – 1856). Σε ηλικία 10 χρόνων εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου ο πατέρας του είχε κατάστημα επεξεργασίας γουναρικών. Εκεί, φοιτούσε σε …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”